Για την ιστορια του Κομποτίου και των Σελλάδων, μπορει ο αναγνώστης να διαβάσει και τα παρακάτω Βιβλία.
Α) ΤΟ ΚΟΜΠΟΤΙ, του Συλλόγου Φίλων Παλιάς Εκκλησίας (Πληροφορίες στην Ενορεία ή στο Δημαρχείο).
Β) Το ΚΟΜΠΟΤΙ, η ιστορία του χωριού, του αείμνηστου Δασκάλου Λάμπρου Τατσιόπουλου.
Γ) Δ.Καρατζένη, "Η Άρτα στην Επανάσταση του 1821". Μπορεί να διαβαστεί online. Eκεί αναφέρονται πολλοί Κομποταίοι αγωνιστές, γνωστά και άγνωστα ονόματα, καθώς και Σελλαδίτες (Υπαρχει στο ιντερνετ).
Δ) Ληστεία και πειρατεία στην περιοχή της ΄Αρτας, 9ος-19ος αιώνας, FOTIS VRAKAS. (διαβαστε το online στο internet).
*****
To Κομπότι και οι Σελλάδες είναι εξίσου, πάρα πολύ παλιά χωριά. Οι πληθυσμοί τους ήταν συγκοινωνούντα δοχεία, που εμπλουτίζονταν συνεχώς απο τους συνοικισμούς του ορεινού Βάλτου και των Ραδοβυζίων.
ΕΠΙΣΗΣ: Όποιος χωριανός διαθέτει παλιές φωτογραφίες, με καλή ανάλυση, που να φαίνεται πίσω και κάποιο τοπίο του χωριού και θέλει να τις αναρτήσω, ας τις στείλει, στο stevsotiriou@gmail.com
*********
Ιστορία πρώτη.
Το ΚΟΜΠΟΤΙ μετα τον πολεμο 1950 - ΄70. Το Κομπότι απελευθερώθηκε απο τον Οθωμανικό ζυγό το 1881. Τότε η διοίκηση το ενέταξε στην κοινότητα Πέτα, όπου παρέμεινε μέχρι το 1912, που έγινε η απελευθέρωση της υπόλοιπης Ηπείρου. Πρώτος πρόεδρος στην ελεύθερη ιστορία του χωριού ήταν ο Σωτηρίου Σωτήριος, του Ευστρατίου. ******
ΠΑΝΩ: Πανοραμική του χωριού, απο την Κοντοράχη
*****
Εδώ όμως δεν θα αναφερθούμε στο τότε, άλλα μία σε άλλη εποχή, τότε που συνετελέσθη η μεγάλη, η μεγαλύτερη θα έλεγα, αλλαγή.
Σε σημαντικότατες δεκαετίες, διότι τότε ήταν
το μεταίχμιο της ΡΙΖΙΚΗΣ αλλαγής του τρόπου ζωής.
Ήταν τα χρόνια του "εκπολιτισμού" και της αλλαγής του τρόπου παραγωγής, μετά από χιλιετίες ανθρώπινης δραστηριότητας! Τότε που ήρθε το ρεύμα από το φράγμα της ΔΕΗ στον
Λούρο, που εμφανίστηκανοι πρώτεςκοινοτικές κολώνες που φώτιζαν τους δρόμους
καιοι πρώτες δημόσιες, κοινόχρηστες
βρύσες του δικτύου το 1960. Παράλληλα με τα πολλά πηγάδια (περίπου 240 στον αριθμό, Κομπότι και Σελλάδες) και με τις βρύσες (πηγές) του ποταμιού, που τις θυμόμουν ακόμα παιδί,
όπως «του Παπακώστα», να έχει δροσερό νερό μέσα στο κατακαλόκαιρο...
ΚΑΤΩ: Υποδοχή του Κυπρίου στρατηγού Γεώργιου Γρίβα Διγενή. Εθνικού ΄Ηρωα (απελευθερωτή της Κύπρου από την αγγλική αποικιοκρατία, και αντιστασιακού κατά την κατοχή, στρατιωτικού διοικητή της ομάδος "Χ" (χίτες), τήν οποία ίδρυσε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος), κάτω στον Κατσαπλιά (το 1958 ήταν η δεύτερη φορά που ήρθε στο Κομπότι. Η πρώτη ήταν το 1952).
*****
Εμφανίστηκαν τα πρώτααυτοκίνητα και άρχισαν σιγά σιγά να χάνονται
τα άλογα και τα γαϊδούρια-γομάρια.Χάθηκαν οι αγελάδες επίσης, που σχεδόν κάθε οικογένεια είχε κι από μία. Σχεδόν όλοι είχαν κι από ένα ή δύο γουρούνια. ΄Εσφαζαν ένα στις αρχές του φθινοπώρου, μοιράζονταν το κρέας ανά δυό τρείς οικογένειες, το κάπνιζαν ή το πάστωναν με αλάτι, διότι δεν υπήρχε ρεύμα και δεν είχαν εφευρεθεί οι καταψύκτες. ΄Εβραζαν το λίπος και το μάζευαν σε τσίγγινα ή πήλινα δοχεία, διότι δεν υπήρχε ελαιόλαδο (οι ελαιώνες ήταν ελάχιστοι πρίν το 1950) και με αυτό μαγείρευαν. Με την διαδικασία παραγωγής του μαγειρικού λίπους (έβραζαν την κοιλιά (πανσέτα) του γουρουνιού για 7 με 8 ώρες, έφτιαχναν και τις τσιγαρίδες. Μα τι νοστιμιά! ΄Οσοι δεν δοκίμασαν τσιγαρίδα, δεν ξέρουν τι είναι η επιτομή της νοστιμιάς από το χοιρινό. * Τα γουρούνια είναι παμφάγα ζώα. Μια σχετική οικογενειακή τραγωδία που συνέβη στην οικογενειά μου ήταν η εξής: Το 1943 όταν ήρθαν οι Γερμανοί, ο παππούς Στέφος πήρε την οικογενειά του κι έφυγε στον Πλατανιά, που ειχε καταφύγει το χωριό. ΄Αφησε όμως πίσω την "μαντρανή" (μάνα τρανή), Πάνενα Τατσιοπούλου, γιαγιά του πατέρα μου, με την μικρότερη αδερφή του πατέρα μου, μόλις ενάμισυ έτους. Την άφησαν πίσω για να μή τους προδώσει η μικρή με το κλάμα. Πίστευαν πως οι Γερμανοί δεν θα τις πείραζαν. ΄Οταν γύρισαν απο τον Πλατανιά, βρήκαν την μαντρανή νεκρή στο κατώι του σπιτιού και το κοριτσάκι, αδερφή του πατέρα μου κομμάτια, να την τρώει το γουρούνι στην αυλή! ******* Μέχρι την δεκαετία του 60, οι χωριανοί είχαν όλοι βοοειδή. Είχαν μισθωμένους βουκόλους (επειδή αυτοί εργάζονταν στα χωράφια), που τα έβοσκαν και το βράδυ τα επέστρεφαν στο χωριό Πιό γνωστός Βουκόλος, προπολεμικός, ήταν ο Μήτσιο Σιώκης, καταγωγής από τον ορεινό Βαλτο, που έκανε περιουσία αργότερα εμπλεκόμενος με τα κοινά της εκκλησίας (επίτροπος). Το σπίτι του ήταν εκεί που κτίστηκε ο φούρνος του Βάνα, οι απογονοί του δε, μένουν μόνιμα στήν Αθήνα και στήν Ρόδο. Ο επόμενος και τελευταίος Βουκόλος ήταν ο Νικολάκης ο Αντωνίου, που τα έπαιρνε το πρωί και τα βόσκαγε στα Βαρκούλια (στο Ράμμα) και το βράδυ τα έφερνε στην πλατεία, απ΄ όπου τα παραλάμβαναν οι ιδιοκτήτες τους. Υπήρχε όμως και μεγάλη χοιροτροφία. Υπήρχαν πάρα πολλά γουρούνια απο το Κομπότι, Σελλάδες, Φλωριάδα, Πατιόπουλο, Δημαριό, Κλειδί (όλος ο ορεινός Βάλτος) κ.λ.π., τα οποία τα πούλαγαν σε εμπόρους. Τα μάζευαν στην Μπλικοκιά του Χαρακάξα (Χρήστου Παπακώστα - καφενείο Μπελή σήμερα, εκεί που είναι η στάση του αστικού) κι έρχονταν οι έμποροι με τα φορτηγά. Πρώτα τα ζύγιζαν και κατόπιν τα κοίταζαν στα δόντια. Μετά από σύντομη γνωμάτευση αποφαίνονται ότι τα γουρούνια έπασχαν από "χαλαζιά" (ζωονόσος, αλλά πιθανόν δεν αρρώσταιναν τα γουρουνια από αυτήν. Οι χωριατες όμως δεν το ήξεραν) Κι έτσι άρχιζαν τα παζάρια και τελικά τα αγόραζαν οι έμποροι σχεδόν τζάμπα τα γουρούνια. Οι Χωρικοί δεν είχαν άλλη επιλογή και οι έμποροι τους εκμεταλεύονταν!
Τα γουρούνια πρίν και λίγα χρόνια μετά τον πόλεμο τα πήγαιναν στο λιμάνι στην Κόπρενα, όπου τα φότρωναν στα πλοία. Τα γουρούνια, ως γνωστόν, δεν μπορείς να τα δέσεις να τα σύρεις όπως τα άλογα ή τις γίδες... Ετσι οι χωρικοί, κυρίως οι ορεινοί απο τον Βάλτο, τα έφερναν στην Κόπρενα με το εξής κόλπο. ΄Εριχναν που και που απο ένα σπυρί καλαμπόκι και τα γουρούνια τους ακολουθούσαν οικειοθελώς, για να φάνε το καλαμπόκι!
΄Ολγα Μαυρίκη του Γεωργίου (το γένος Τσιώνου). Γεννηθείσα το 1925. Ετών 96. (Η φωτογραφία είναι απο τον Αύγουστο του 2020). Απο τις τελευταίες χωριανές της παλιάς γενιάς. Είχε 3 παιδιά. Την Μαρίτσα, σύζυγο του αείμνηστου Κυρίου, Γιάννη (Νάκου) Μπουραντά, τον Στράτο και τον αείμνηστο φίλο μας Μήτσο. Εσχάτως χάθηκε και ο Στράτος. Μια ζωντανή ιστορία του χωριού.
****** Θυμάμαι επίσης πεντακάθαρατον τελευταίο αναβάτη
γαϊδουριού, τονΑντρέαΜοραΐτη-Αγγελόπουλο, με το παλαιστινιακό
γαϊδούρι του (το πιο ψηλό είδος γαϊδουριού, ψηλό σαν άλογο κούρσας). Ο μπάρμπα "Αντρίας" ήταν ψαράς. Φόρτωνε τα ψάρια στο γαιδούρι σε δύο καλάθια και πέρναγε στις γειτονιές και τα πούλαγε. Στην μία πλευρά του σαμαριού είχε κι΄ ενα μπότη για να πίνει νερό, που του τον είχε σπάσει μια φορά με το λάστιχο (σφεντόνα), ο Θόδωρος Βαρέλης. Τέτοιο γαϊδούρι είχε κι Πάνος Ζαχαράκης (πατέρας του Τάκου) που έμενε δίπλα στο Δημοτικό σχολείο. Το χρησιμοποιούσε για επιβήτορα και πληρώνονταν γι αυτό. Αυτά τα ξενικά γαϊδούρια, τα ψηλά, τα είχαν πάρει απο την ΟΥΝΡΑ (UNRRA), την δωρεάν βοήθεια ανοικοδόμησης του ΟΗΕ, μετά τον εμφύλιο πόλεμο. (Η UNRRA έφτιαξε και τα πρώτα σπίτια στο Μενίδι, τα πέτρινα στην παραλία κι έφερε τους πρώτους πρώτους κατοίκους από τό Μαρλέσι, Βαλμάδα, Καστριώτισα και Λαγκάδα να κατοικήσουν στο Μενίδι, που έγινε κοινότητα το 1958). Προπολεμικά, πριν τον πόλεμο του 1940, το μόνο αυτοκίνητο που κυκλοφορούσε στο χωριό ήταν του Νίκου Λαδικού (Κόλια). Έκανε μάλιστα ταξίδια στην Αθήνα και εκτελούσε και χρέη ασθενοφόρου, όχι μόνο προς την ΄Αρτα, αλλά και προς τα νοσοκομεία της Αθήνας. Το φορτηγό αυτό ο μπάρμπα Νίκος το είχε σχεδόν μέχρι το 1970.
΄Οταν ανέβαινε την ανηφόρα απο το Γυμνάσιο πρός το χωριό, έτρεχαν τα παιδιά και πιάνονταν απο την καρότσα. Το ίδιο γίνονταν και στην ανηφόρα της πλατείας Σκουφά, προς τον Καπετάνιο. ΄Ηταν πολύ επικινδυνο. Το 1950, ένας 12χρονος, παιδί του Νάσιου Κίκη (είχε το περίπτερο πού έχει μέχρι σήμερα ο Μανιώτης στην πλατεία Σκουφά), πιάστηκε απο την καρότσα του φορτηγού του Βλησάρη Μούτσιου. ΄Ομως στο ύψος του σχολείου, έρχονταν άλλο φορτηγό απο πάνω. Και το φορτηγό που ανέβαινε έπιασε άκρη. Με αποτέλεσμα να συνθλίψει το παιδί στον τοίχο του Κοτσεκίου (Δημοτικού σχολείου σήμερα). Αγία Παρασκευή στην Τούπσα (Πύλη ή Παλιοκαριά), γύρω στο 1955 (πρώτος ο Τάκης Βλαχοπάνος, Βάγια Μπουραντά,......, Ρήνα Λαδικού, κάτω η ξανθιά στα αριστερα όπως κοιτάμε η Χριστίνα Γιαννούλη-Καρβούνη, κόρη του Φίλιππα και της Κωσταντινιάς Γιαννούλη το γένος Σακκά (Η Φίλπινα, που είχε το περίπτερο στην πλατεία προς τις σκάλες του Μαγγόνα, με τον γιό της τον Βασίλη. Ο Φίλιππας σκοτώθηκε στον πόλεμο της Αλβανίας το 1941) .
ΚΑΤΩ: Ο Αηλιάς χωρίς δένδρα
Στον Αηλιά το 2014. Με τα «παιδιά» μου τα δένδρα. Διότι ήμουν εξ εκείνων που τα φύτευσαν ως μαθητής 4ης Δημοτικού. Σημειωτέον οτι η πρώτη προσπάθεια δενδροφύτευσης έγινε παλιότερα, το 1960 κι έγιναν άλλες δυο μετά. Τότε ο Αηλιάς και η Ράχη γενικά, ήταν σχεδόν φαλακρή. Μόνο θάμνοι (ρύκια, πουρνάρια...). Ενας φούρνος χρειάζονταν το λιγότερο 10 φορτώματα στο άλογο για να εχει προσάναμα όλη την χρονιά) κόβονταν και γίνονταν κάθε χρόνο προσάναμα για τους Φούρνους. Τότε φυτεύτηκαν για πρώτη φορά Πεύκα (Τα See Pine- η αλλιως το πανύψηλο αμερικάνικο πεύκο στου ανατολικού Τέξας- άγνωστο πως βρέθηκε αυτο το είδος στην Αρτα τότε και κατι λιγα απο την Χαλέπιο Πεύκη στις παρυφές . Μεταγενέστερα πεύκα μάλιστα, άγνωστο κι αυτό πως φύτρωσαν κι αυτά ανάμεσα στα Πεύκα του Τέξας, στο Κομπότι). Ντόπιο κωνοφόρο ήταν μόνο το κυπαρίσι κι αραιά, που και που, έβλεπες και κάποιο φουντωτό ντόπιο πεύκο, το λεγόμενο «Κουκουναριά», σαν αυτό που είχαμε στην είσοδο του Δημοτικού σχολείου. Ξενικό είδος βέβαια είναι και τα δύο πλατάνια στην πλατεία, τα οποία είναι καναδέζικα. Τα είχε φυτέψει ο Δήμαρχος Αρτας, Βάγιας, που τά είχε φέρει απο τον Καναδά. ******
Η αγροτική οικονομία πέρναγε κι αυτή στην μηχανοκίνητη εποχή. Τα άλογα έπαψαν πια να οργώνουν τα χωράφια. Έτσι, άχρηστα πλέον, αφέθηκαν στον αφανισμό. Τα πρώτα τρακτέρ έκαναν την εμφανισή τους. Μαζί τους και το τρακτέρ του πατέρα μου. "EINHEL", γερμανικό, αερόψυκτο, μικρότερο από την επόμενη γενιά τρακτέρ, ειδικό να μπαίνει κάτω από τις πορτοκαλιές και τις ελιές. "΄Ανχελ- Einhel" είχε πριν τον πατέρα μου και ο Τάσιος Χαβέλας, ο Ηλίας Μπουραντάς (Σάββας) και ο Σπύρος Σεργιάννης από τις Σελλάδες. Ο πατέρας μου το είχε πάρει μεταχειρισμένο από τον Χρήστο Κρίκα απο τον ΄Αγιο Γεώργιο Γλυκορίζου. Εκείνη την εποχή υπήρχαν μόλις 6-7 τρακτέρ στο χωριό (μαζί με τις Σελλάδες εννοείται). Κι ο πατέρας μου καινοτόμησε αγοράζοντας το πρώτο ρεντιστικό βυτίο.
*****
Εμφανίστηκαν οι πρώτες
τηλεοράσεις. Ασπρόμαυρες. Στην γειτονιά μουο πρώτοςπου έβαλε ήταν ο μπάρμπα
Πάνος Κάκος, και ο Νίκος Κονόμος (Οικονόμου). Του μπάρμπα Πάνου την είχε φέρει ο γιος του, ο
Θοδωρής Βασιλικός (αστυνομικός, άλλαξε το επίθετό του) από την Αθήνα. Καθόμασταν στην αυλή του μπάρμπα Πάνου
σταυροπόδι, και βλέπαμε κάτι αχνές εικόνεςμε πολλά παράσιτα. Κάποιος έστριβε συνέχεια την κεραία να πιάσει Μπούμστο (κορυφή των Ακαρνανικών κοντά στα νερά Κορπή, όπου υπήρχε κεραία της ΕΡΤ)...εις μάτην! Όμως και οι φιγούρες ήταν στα παιδικά μας μάτια Μαγεία!!! Ο μπάρμπα Πάνος
ήταν τυφλός τότε. Είχε χάσει το φως του από κάποια ασθένεια- (ωχρά κηλίδα ή γλαύκωμα).Εκείνη την εποχή είχε ξεσπάσει και το σκάνδαλο
με το «νερό του Καματερού». Το θαυματουργό νερό που γιάτρευε κάθε αρρώστια ακόμα
και τον καρκίνο. Παράνοια σκέτη. Έτρεχαν όλοι αλαφιασμένοι να πάρουν νερό! Και φυσικά,
η υδροφόρα του Καματερού, πέρασε κι απ΄ το χωριό. Και πήγαν και πήραν νερόγια τον μπάρμπαΠάνο… Οι φωνές του ξεσήκωσαν όλη την γειτονιά,
μόλις το ήπιε. ΒΛΕΠΩ, ΒΛΕΠΩ…!!! Φώναζε και χοροπήδαγε εκστασιασμένος. Όλη η γειτονιά έτρεξε στο σπίτι
του να δει τοθαύμα. Ετοιμάζονταν να βαρέσουν και την καμπάνα. Κι η μάνα μου φώναζε στον πατέρα μου: Σήκω, τρέξε, μήπως προλάβεις την υδροφόρα κάτω
στον Κατσαπλιά, να πάρουμε κι εμείς λίγο νερό απ΄τον Καματερό! Φυσικά ο μπάρμπα
Πάνος δεν είδε ποτέ και ο Καματερός καταδικάστηκε μετά από λίγο για απάτη!
*****
Έγιναν και οι πρώτες
ασφαλτοστρώσεις, του κεντρικούκυρίως
δρόμου, ταυτόχρονα με την εγκατάλειψη των καλντεριμιών (παραφθορά του "καλλιδρομίου"). Χτίστηκαν και τα πρώτα
μοντέρνα σπίτια με μπετόν και σίδερο, και άρχισε ο κόσμος να γκρεμίζει σωρηδόν
τα πέτρινα παραδοσιακά.
Έγινε και ο άσφαλτος με την
Φλωριάδα και τον ορεινό Βάλτο, που έφερε πρόσθετη εμπορική κίνηση στο χωριό.
Ο δρόμος για την Φλωριάδα, πρίν το 1960! Πρώτος ο Γιώργος Καγιάς, Ρήνα Λαδικού, Αποστόλης Σιώκος, ο γραμματέας της κοινότητας, Βάγια Μπουραντά....
*****
Άρχισε ένας«εκμοντερνισμός» και μια οικονομική ευμάρεια στο χωριό, οφειλόμενηκυρίως στα εσπεριδοειδή, που είχαν φτάσει σε ηλικίακαρποφορίας, διότι ως γνωστόφυτεύτηκαν μετά τον πόλεμο σε μαζική έκταση. Αλλά
και οι ελιές έπαιξανμεγάλο ρόλο, καταλαμβάνοντας
όλες τις περιοχές που δεν ευδοκιμούσαν τα εσπεριδοειδή. Μετά τον πόλεμο, (1950) είχε επικρατήσει η ισραηλινή ποικιλία "Γιάφα".
Τα "Γιάφα" τα είχε φέρει ένας απο τους πιο αξιόλογους Κομποταίους, ένας πρωτοπόρος του Συνεταιρίζεσθαι και της αγροτικής καλλιέργειας για όλη την Ελλάδα, ο ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ (το σπίτι του είναι στην ΝΔ πλευρά της εκκλησίας, στην μικρή της είσοδο, δίπλα στου Μαγγόνα και στου Τσιρογιάννη). Ο Σ.Μπακογιάννης είχε πάει ο ίδιος στο Ισραήλ μετά τον εμφύλιο, όπου μελέτησε τους τρόπους παραγωγής και συνεταιρισμού των Ισραηλινών και κατόπιν τα έφερε στο Κομπότι και σε όλη την ΄Αρτα! Το 1963, με την μεγάλη πλημμύρα, εκείνη που παρέσυρε το γεφύρι στο γήπεδο, όλος ο κάμπος γέμισε με ένα μέτρο λάσπη και οι πορτοκαλιές έπαθαν σηψοριζία. Ξεράθηκαν. Τότε εγκαταλείφθηκαν τα "Γιάφα" και μπήκε η ποικίλια των "Μέρλιν".
Στις ελιές τώρα. Προπολεμικά, υπήρχε μόνο
ένας κοινοτικός (εκκλησιαστικός) ελαιώνας στο Σουλιό, όπου όλοι οι Κομποταίοι είχαν
πάρει δώρο από την εκκλησία από μερικές ρίζες ελιές, για να βγάζουν λίγο λάδι. Οπατέρας μου (ο πατέρας του, ο παππούς Στέφος)
είχε 5 ολόκληρες ρίζες !
Παράλληλα, απο την δεκαετία του ΄60 κι ΄70 δούλευαν και δυο
εργοστάσια. Του Τσακωμένου (Κομποταίος, είχε σπίτι πάνω στον Καπετάνιο, το μετέπειτα σπίτι του Χρήστου Νάκου, το πρώτο νηπιαγωγείο του ψωριού, ήταν δικό του οίκημα. Είχε μετοικήσει στο εργοστάσιο του στίς Συκιές), που έβγαζε μόνο χυμούς πορτοκαλιού και λεμονιού και του γιαννιώτη Ζακόπουλου στις Σελλάδες, που έβγαζε χυμούς, κομπόστες και πολλά άλλα προϊόντα.
Το χωριό έσφυζε από ζωή και χρήμα.
Έντονη οικονομική δραστηριότητα. Από αριστερά: Τάσιος Χαβέλας, Νίκος Σωτηρίου (ο μόνος που ζεί το 2023, 89 ετών), Τάσιος Μπουραντάς, Τάκης Πολύζος, Τάκης Γιαννούλης. Κάτω σειρά, ο Γιάννης (Νάκος, αδερφός του Τάσιου) Μπουραντάς και ο; . Το 1956!
Δυο κινηματογράφοι. Ο ένας του Γιώργου
Σακέλλιου και ο άλλος του Χρήστου Θεοχάρη (Τατσώνα) και του αδερφού του Παντελή (παιδιά του μπάρμπα Νάσιου). Βούλωμα! Δεν έβρισκες καρέκλα ελεύθερη.
Βόλτα ατελείωτη και νυφοπάζαρο, από τον Καπετάνιο ως την Λεύκα. Σπρωχνόσουν να περάσεις.
Και στα καφενεία απαραιτήτως κάθε Σαββατοκύριακοαρνάκι στην σούβλα και κοκορέτσι, που
γίνοντανανάρπαστα!
Κλαρίνα, πανηγύρια…
*****
Στην Λεύκα, υπήρχε το ξακουστό καφενείο
«ΤΕΞΑΣ», του Χαρίλαου-Λάκη Κάκκου (πατέραςτου Κώστα, στο οίκημα του Κουσιουρή). Καφενείο που έδωσε το στίγμα και το όνομά του στην
γειτονιά ολόκληρη.Ήταν το πρώτο καφενείο
που έφτιαξε σουβλάκι στο Κομπότι από χοιρινό. Τα σουβλάκια τα έφτιαχνε ο Φώτης Κάκκος.
Μόνιμο στέκι
του μπάρμπα Γιώργου Σωτηρίου (Φάκου),
του τελευταίου φουστανελοφόρου του χωριού. Την φορεσιά του δεν την έλεγεΦουστανέλα, αλλά «Μαντύο» (φυσικά δεν ήτανμανδύας αλλά φορεσιάτύπου Μακεδονομάχων, Δουλαμάς λεγόμενος. Ηταν η παραδοσιακή φορεσιά που συνηθίζονταν στο Κομποτοσέλλαδο και στα πέριξ χωριά). Ο μπάμπα Γιώργος, Φάκος μέ τ΄όνομα, ήταν και είναι ακόμη μέχρι σήμερα, παρ΄οτι πέθανε το 1973 στα 91 του χρόνια, το σήμα κατατεθέν του χωριού. Ενσάρκωνε προπολεμικά τον ήρωα Κατσαντώνη στις αποκριές, που τον έπιαναν οι Τούρκοι και τον κρέμαγαν στην μεγάλη Λεύκα της πλατείας (ακριβώς πίσω απο το άγαλμα του Σκουφά) και έτσι έληγαν τα δρώμενα της αποκριάς κι άρχιζαν μετά τα κλαρίνα..!
Στο καφενείο του Λάκη Κάκου, ανταγωνισμός γάρ με το διπλανό καφενείο του Αντωνίου, έρχονταν ο Βαγγέλης Καρατσιώλης από τις Σελλάδες κι έπαιζε κλαρίνο για να χορέψει ο μπάρμπα Γιώργος Φάκος!
Η κούλια στο πλατύ. Γυμνό τοπίο το 1956. Από αριστερά, η Ρήνα Λαδικού (Κασελούρη μετά, σύζυγος του Φώντα Κασελούρη του Δάσκαλου και η Βάγια Μπουραντά, Σωτηρίου μετά, σύζυγος Νικολάου). ******* Το καφενείο "Το ΤΕΞΑΣ", πρίν από τον Λάκη Κάκκο, το είχε ο Νίκος Βρακοτσιώλης. Πατέρας του Γιώργου, του Βασίλη και του Σταύρου (του Σταύρου "Tίλα"). (Υπάρχουν δύο Γεώργιοι Βρακοτσώληδες στην Θεσσαλονίκη. Ο Γιώργος του μπάρμπα Κώτσιου κι αδερφός του Αντώνη, που απεβίωσε και ο Γιώργος του μπάρμπα Νίκου).
Το καφενείο "ΤΕΞΑΣ" στην Λεύκα
Δίπλα στο «Τέξας», ήταν το καφενείο
του Στέφανου Αντωνίου (Στέφου "Χαψιά"στο «καλλιτεχνικό»),
σε οίκημα του Χρήστου(που ήταν κουρέας) και του Νίκου Βλαχοπάνου ή «Σπανού», που ονομάζονταν«ματωμένο κλειδί». Το οίκημα του "Σπανού" ήταν πρώην Σταθμός Χωροφυλακής, πριν αυτή πάει στην Πλατεία στο οίκημα του Πολύζου. Στο ισόγειο ήταν το καφενείο, που είχε δύο δωμάτια. ΄Ενα μικρό κι ένα μεγάλο. Το μικρό δωμάτιο το χρησιμοποιούσε και ο μπάρμπα Πάνος Κάκος ως ψιλικατζήδικο, ενώ κάποια εποχή ο Στέφος Αντωνίου (Χαψιάς) είχε βάλει και ποδοσφαιράκια. Με το όνομα "ματωμένο κλειδί" βαφτίστηκε επίσημα, επειδή είχε ένα μεγάλο γυφτόκλειδο με το οποίο άνοιγε την εξωτερική πόρτα. Κάποτε είχε γίνει εκεί μια φασαρία και κάποιος μεθυσμένος άνοιξε το κεφάλι κάποιου άλλου με το γυφτόκλειδο! Ο Αντωνίου είχε "Τζούκ Μπόξ", αλλά είχε καθιερώσει και την καθημερινή
οργανοπαιξία, με μόνιμη ορχήστρα, με λαούτο,
βιολί ο Φελέκης και νταούλι, την οποία όμως ποτέ δεν πλήρωνε. Ώσπου νευρίασε ο
ΘόδωροςΜανιώτηςμια βραδιά, ο λαουτιέρης, κι έσπασε το λαούτο πάνω στα τραπέζια καιτο καφενείο πήρε την κάτω βόλτα. Γίνονταν μεγάλα γλέντια μέχρι αργά.
Στην απέναντι πλευρά του δρόμουήταν το καφενείο του Δημήτρη Τσιροδήμου η "Αγάπη". Τα παιδιά του ζουν στην Ρόδο (Κώστας) και στην Αλεξάνδρεια Ημαθίας, (ο Νάσος, που απεβίωσε το 2021). Λειτουργεί
και σήμεραυπό την διεύθυνση του ΛάκηΝιάκου.Στα μέσα του 1970άνοιξε και ο παλαίμαχος
ναυτικός, Παντελής(Λάκης) Νταλαπέρας το
δικό του καφενείο,το οποίο είχε γίνει στέκιγια κάθε ηλικία εκείνη την εποχή.
*****
Κουρείς. Το οικογενειακό επάγγελμα-τέχνη, των Τσιωνέων. Ο μπάρμπα Πάνος Τσιώνος στην μέση καθιστός, αριστερά του ο Σπύρος Αντωνίου και δεξιά του....; Ο Λάμπρος Τσιώνος πίσω, όρθιος. Στην δεκαετία του 2000-2010, συνταξιούχος και πρίν αποβιώσει στα 82ο του ο μπάρμπα Λάμπρος, είχε το περίφημο "προβατίν κουρείο" στα χωράφια. Εδώ στα νιάτα του στην πλατεία στο Κομπότι. Ήταν ο μάγος του ψαλιδιού!!!
Στην Πλατεία την εποχή εκείνη τα
δυο βακούφικα καφενεία τα είχαν, ο«Πατάκας»
(Κώστας Λαδικός) και οΘόδωρος Βαρέλης.Στην γωνία, στον πλάτανο, ιδιοκτησίας τουτσαγκάρη Βαγγέλη Σιώκου, άνοιξε το επόμενο καφενείο του ο Στέφος Αντωνίου
(χαψιάς) όταν ο «Σπανός» έκτισεσπίτιστην Λεύκα.
*****
Στην ανηφόρα, δίπλα από το Δημαρχείο,
είχε το καφενείο του ο ΤάκηςΓιαννούλης
(σώγαμπρος), που το ονόμαζε "ΦΦΦΦΦ". Στην απέναντι πλευρά, στο οίκημα
του Γάκια Ζέρβα, είχε το καφενείο του ο Κολιός Μούτσιος. Αυλή, με τεράστια σκαμνιά,
κρεβατίνα και δροσιά, κέντρο των απανταχού ποδοσφαιρόφιλων. Όλοι βλέπαμε τους αγώνες
στην τηλεόραση του Κολιού. Εκεί έφαγα την πρώτη μου αποβολή από το σχολείο,
στην δευτέρα Γυμνασίου. Πήγαμε να δούμε αγώνα της εθνικής Ελλάδοςκαι ξαφνικά εμφανίστηκε ο Γυμνασιάρχης Κολιός
(Θεολόγος από την Μεγάρχη) με τον Φιλόλογο Νάκο (απ΄ τα Θοδώριανα). Ο ένας μπήκε
στο καφενείο και μας έβγαζε έξω, έψαχνε και κάτω από τα τραπέζια ακόμα, ο άλλος έγραφε τα ονόματα μας στην πόρτα. Την
άλλη μέρα μετά την προσευχή, αναγνώστηκαν τα ονόματα μας και ο γυμνασιάρχης ανακοίνωσε
ότι παίρνουμε τετραήμερη αποβολή, διότι είμαστε «ΚΑΦΕΝΟΒΙΟΙ»….!
*****
Στην πλατεία Καπετάνιου,
βρίσκονταν ο αειθαλής «Λέτσιος», Αλέκος Αρχιμανδρίτης,και οι αδερφοί Βανάκα, δυο χωριστά καφενεία δίπλα
δίπλα. Το μεγάλο και μοντέρνο ήταν του Χαρίλαου. Πιο πέρα, δίπλα από το σπίτι του Στάθη Κουτρούμπα, που είχε και το
κτήριο του κινηματογράφου, ήταν το καφενείο του Βλησάρη Μαυρίκη, κάτω από μια πανέμορφη
και δροσερή κρεβατίνα.
Απέναντι από τα ΕΛΤΑ και το Σχολειο, σε οίκημα Πλακαίικο, ήταν το καφενείο "Η Συνάντηση", των Χρήστου Βαρέλη (Μπουρλίτσα) και Τέλη Κικιώνη.
*****
Συνεχίζοντας προςτα πάνω, φτάναμε το καφενείο του Γιώργου
Μαλιγιάννη, που το δουλεύει σήμεραογιος του ο Χαρίλαος και ακόμα
πιο πάνω, στο τελευταίο σπίτι του χωριού,στην περίφημη «Παρδαλή Ποδιά»
της Μαρίας Στούμπου.Ήταν το καφενείο
που μάζευε νεολαία, πότες,και γείτονες που βαριόταν να κατέβουν προς τον καπετάνιο και την πλατεία.
Στα μισά της δεκαετίας του 1970 άνοιξε στην περιοχή και το περίφημο
καφενείο της Βάγιας Λάζου, στο οποίοανδρώθηκεο Τάκ Πλάκ ως μουσικός μαζί με τον γιο της Βάγιας,
τον Γιώργο Λάζο,κορυφαίο ντράμερ και μουσικό
(πέθανε το 2017 από ασθένεια).
*****
Στις Σελλάδες σχεδόν όλα τακαφενεία ήταν στην πλατεία, όπωςτων ξαδερφών Βαγγέλη και Μιχάλη Καλαμπόκη, του Γαβριήλ Κόρδα-
Βαρδαλοπάνου, τουΖορμπαλά, τουΟικονόμου και το περίφημο μαγαζί του Τζώρτζ
Κουτρούμπα στα μέσα του ΄80, σε νοικιασμένο κτήριο του Γ. Παπαπάνου «κουρνόγαλου». Κατά καιρούς άνοιξαν καφενεία και ο Πίττας (σερβίριζε ψαρικά) με τον Κασναφέρη, κάτω στην Παναγία. Πολύ παλιό καφενείο, εκείνο που οι Κομποταίοι (γενιά του πατέρα μου, σημερινοί 80-90ρηδες - το σήμερα είναι το 2023) έκαναν τα μεγάλα γλέντια, ήταν του Στέφου Μπαγιώργα. Το ισόγειο αριστερά από την εκκλησία του Αη Γιώργη (αργότερα φροντιστήριο της θείτσα Νίνας). Ο Μπαγιώργας είχε πρωτοπορήσει, βάζοντας Γραμμόφωνο (ή Πικάπ) κι έπαιζε ρεμπέτικα και λαικά, "της Λαρίσης το ποτάμι" κ.α., που είχαν πέραση στην νεολαία. Πολλοί Κομποταίοι επίσης πήγαιναν και στο καφενείο ο "Χάρος", του Αποστόλη Σαπρίκη (θείου του Κώστα Κάκκου), που βρίσκονταν δίπλα στο παντοπωλείο του δικού μου θείου, Λάμπρου Σαπρίκη. ****** Τίς Σελλάδες η δική μου η γενιά την ένοιωθε ως χωριό της, το ίδιο με το Κομπότι. Υπήρχε όμως μεγάλη αντιπαλότητα μεταξύ των νεαρών όταν παίζαμε μπάλα, Σελλάδες-Κομπότι. Σφαγή!!! Σαν τους χούλιγκαν των ομάδων. Ξύλο, πετροβόλημα, βρίσιμο, ένας ανταγωνισμός για το τίποτε φυσικά, αλλά ένιωθες την Κατσαρέλω σαν σύνορο. Παλιότερα ήταν χειρότερα. Κάποιες φορές, για να έρθει Σελλαδίτης στο Κομπότι, έπρεπε να τον περιμένει Κομποταίος στην Κατσαρέλω να να τον φέρει συνοδεία. Κι αντίστροφα. Κι αυτό, παρότι το μισό Κομπότι και πάνω από τις μισές Σελλαδες, ήταν στενοί συγγενείς μεταξύ τους!
Στην πλατεία στις Σελλάδες, 1953. 1ος ο Δημήτρης Κατσιμπόκης, Ικαρος! (σκοτώθηκε σε δοκιμή πτήσης αεροπλάνου στο Τατόι το 1971), 2ος ο Παναγάκης Μπουραντάς (αδερφός του Χρήστου "Αρίδα"), 3ος ο Μιχάλης Τσουπράς, 4η Βάγια Μπουραντά (Σωτηρίου), 5ος ο Ηλίας Κατσιμπόκης, 6η η Καλλιόπη Βάρδια(Κικιώνη) 7ος ο Νάσος Σεργιάνης, 8ος ο Μίχος Κατσιμπόκης, 9ος ο Δημήτριος Σεργιάνης. (Ο Παναγάκης η Βάγια και η Καλλιόπη ήταν πρώτα ξαδέρφια. Με τους Κατσιμποκαίους ήταν δεύτερα ξαδέρφια. και με τον Μιχαλη Τσουπρά όλοι δεύτερα ξαδέρφια. Κι οι Κατσιμποκαίοι με τους Σεργιαναίους πρώτα ξαδέρφια. Η Bασιλική Τσουπρά, κατόπιν Μπουραντά, ήταν γιαγιά των τριών πρώτων. Η αδερφή της η Σταυρούλα Τσουπρά, ήταν γιαγιά των Κατσιμποκαίων...) Εγώ από την έκτη Δημοτικού, πήγαινα φροντιστήριο στις Σελλάδες στον Βασιλάκη Τζουβάρα, για να δώσω εξετάσεις για το Γυμνάσιο. Και μετά, γυμνασιόπαις, φροντιστήριο στην "Θείτσα Νίνα" Μπαγιώργα πάνω στον Αη Γιώργη (κοιμήθηκε ως καλόγρια στο Θεοτοκιό στο Πέτα. Την είχα επισκεφτεί πριν κοιμηθεί. Εκεί μονάζει ακόμα, η χωριανή μας Σοφία Κόρδα). Και κούρεμα στο κουρείο του ξαδερφού της, του Βασιλάκη Μπαγιώργα στην πλατεία...
Το μαγαζί της δικής μας νιότης, των σχολικών
μαςχρόνων, ήταν του Τζώρτζ Κουτρούμπας στις Σελλάδες (μαζί με της
Βάγιας Λάζου στον Καπετάνιο).Καρέκλα δεν έβρισκες να κάτσεις!Κάθε μέρα. Ο Τζώρτζ ήταν σωματώδης και καλογυμνασμένοςνέος από την Τάμπα της Φλόριντα, τον έφεραν
οι γονείς του αναγκαστικά, επειδή οι ίδιοι ήθελαν να επαναπατριστούν.
Αμερικάνικος αέρας. Το βράδυ στο καφενείο με τον Τζώρτζ μέχρι αργά, την ημέρα στο Μενίδι, στον "Τσάρλυ" πάλι
με τον Τζώρτζ. Και δώστου μπύρες καικουβεντούλα για το «αμερικάνικο όνειρο»! Ο Τζώρτζ μετά από λίγο μελαγχόλησε
και μετά από 6-7 χρονιά έφυγε πάλι για το αμερικάνικο όνειρο, την παραδεισένια Φλόριντα, απ΄ όπου δεν ξαναγύρισε ποτέ
πλέον. Κάποιος είπε οτι πέθανε νέος!
*****
Και στον Άγιο Νικόλαο, υπήρχαν τα
τρία κλασσικά καφενεία. ΤουΒαγγέλη Χαβέλα
(Κατσιαπλιά), του Φίλιππα Παπακώστα και του Χρήστου Παπακώστα (Χαρακάξα).
Το πρώτο καφενείο το έφτιαξε ο Μητσιος Χαβέλας, γνωστος ως Κατσαπλιάς, αμέσως μετα τον πόλεμο. Ήταν μια καλύβα που κάθονταν οι χωριανοί οταν γύριζαν απ΄τα χωράφια. Ο Γιος του ο Στεφος το έκτισε με πετρα και ο Βαγγελης το εκανε στις μερες μας «Μπράντ Νέιμ» σε ολη την Ελλάδα! Μετα τον Μήτσιο Χαβέλα, το δεύτερο καφενείο το έφτιαξε ο Χρηστος Παπακώστας απο τις Σελάδες, γνωστός και ως «Χαρακάξας» Προς την Συκούλα, πάνω στην εθνική οδό, υπήρχαν τα καφενεία του Νίκου Οικονόμου, κάτω απ τον Αη Λιά ακριβώς, στον κόμβο, του Μασέλα (στην στροφή προς το Κομπότι) και στην γέφυρα του Ανίν, του Θύμιου Τατσιόπουλου και στην κάτω πλευρά του Τάκη Αρχιμανδρίτη ("Τραγούδας"). Εξυπηρετούσαν χωριανούς που γύρναγαν από τα χωράφια. *******
Φυσικάστο Κομποτοσέλλαδο υπήρχαν καφενεία κι από παλιότερα.
Μόνο που εγώ δεν τα θυμάμαι.
Είχα ακούσει σανμικρό παιδί ότι, το μαγαζί του «Πατάκα» το είχε
πριν ομπάρμπα ΛεύτερηςΒαρέλης ("κλούρας"), παραδίπλα στα Γιανουλέικα κτήρια
είχε μαγαζί ο Σπύρο Κολιούλης(Παλιούρας). Πρίν τον Παλιούρα, το μαγαζί το είχε ο μπάρμπα Λίας Βρακοτσώλης. κ.ο.κ. Τα καφενεία της πλατείας, Βακούφικα, έχουν ζωή πάνω από 150 χρόνια. Οπότε είναι δύσκολο να μάθουμε ποιοι τα είχαν μισθωμένα, χωρίς έλεγχο στα αρχεία της εκκλησίας, αν υπάρχουν (όταν μάθουμεπερισσότερα θα γράψουμε
και γι αυτά).
Πλατεία γύρω στο 1950
*****
Η πλατεία ήταν άτακτα πλακότρωτη με πέτρες απ΄ το ποτάμι (χαλιά). Το 1957-58 ήρθαν φορτηγά και ξεφόρτωσαν σωρούς ασπρολίθαρα στην πλατεία και στον κεντρικό δρόμο, ενώ εργάτες έσπαγαν τα μεγάλα σε μικρότερα κομμάτια και τα έστρωναν. Τον κεντρικό δρόμο του χωριού, οδός Νικ.
Σκουφά, τον θυμάμαι στρωμένο με ψηφίδα, γεμάτη λακούβες. Καλντερίμια σώζονταν
ακόμα. Θυμάμαι το καλντερίμι από τα Βαρελέικα,στο Μαυρονέρι, ανέβαινε από την Λεύκα, Σακελλαρίου, Χαβέλα, Κουτσιάκη Αντωνίου...και πάνω, μέχρι το σπίτι του Νταβαρίνου και του Ηλία Μπουραντά (Σάββα) στην ανηφόρα. Ασυντήρητο
στις μέρες που ήμουν παιδί, είχε γεμίσει νεροφαγιές. Το τελευταίο καλντερίμι
πουδεν καταστράφηκε, αλλάσκεπάστηκε με άσφαλτο την δεκαετία του 1990,
ήταν αυτό μπροστά στο σπίτι του Σταύρου Τατσιόπουλου, του Νάσιου Τατσιόπουλου,
της γιαγιάς μου Μαρίας Τατσιοπούλου και της Αρσινόης Τατσιοπούλου. Για σκεφτείτε χωριό με πέτρινα σπίτια και καλντερίμια;;; Κάτι σαν Ζαγοροχώρι;;;
Το σπίτι που γεννήθηκα. Του Πάνου (προπάπου μου) και Κώτσιου Τατσιόπουλου.
******* ΚΑΤΩ: Απόκριες στήν πλατεία το 1955: Ο 1ος είναι ο Ευρυπίδης Μπράμης, ο 2ος ντυμένος γυναίκα είναι ο Λία Μαγγόνας, ο 3ος ο Ρίτσος Πίτσας, ο 4ος (γυναίκα) ο Γιώργος Σακκάς (Τατικάς), ο 5ος ο Βασίλης Βαρέλης και τελευταίος, ντυμένος γυναίκα, ο Γιώργος Χαβέλας (Καραισκάκης)
ΠΑΝΩ:Πλατεία, γυμναστικές επιδείξεις Δημοτικού σχολείου, γύρω στο 1967-68. Πίσω φαίνεται το κτήριο που στέγαζε την αστυνομία και την κοινότητα.
*******
Το ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ μέχρι το 1951 στεγάζονταν σε βακούφικο κτήριο δυτικά του Ναού του Α. Γεωργίου. Πίσω από το "κλούρι". Εκεί που βρίσκεται σήμερα μια μικρή πλατεία, μεταξύ του σπιτιού του Ηλία Αρχιμανδρίτη (Ηλία Καλού), του Γόρη Λιάπατα και της Στράτως Μπακογιάννη-Μπούργου.
Το παλιό σχολείο, 1845 μέχρι το 1950. Πίσω από τα τείχη του παλιού Αη Γιώργη στην πλατεια.
Το 1950 με διάταγμα του Βασιλέως Παύλου κτίστηκε το περικαλές Δημοτικό Σχολείο στον Καπετάνιο, το οποίο κτίστηκε σε οικόπεδο των Σεργιαναίων και των Ζερβαίων. Εγκαινιάστηκε στις 7 Ιανουαρίου. Στο σημείο αυτό βρίσκονταν και το περικαλλές κτήριο του Τσιφλικά Καραπάνου. Το περίφημο "Κοτσέκι"!
Το Κοτσέκι απο φωτογραφία του 1897. ΄Ηταν στο σημείο που βρίσκεται σήμερα μέρος του Δημοτικού και σπίτι του Κώτσου Σεργιάννη στον Καπετάνιο.
Κοτσέκι υπήρχε και στις Σελλάδες. Είναι το σημερινό Δημοτικό σχολείο.
****************************
Φωτογραφία του Μενιδίου γύρω στο 1960. Το Μενίδι ιδρύθηκε ως κοινότητα το 1956-58. Τα πρώτα πέτρινα σπίτια του κτίστηκαν απο την "ΟΥΝΡΑ" (Βοήθεια του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, που ήρθε πρός αποκατάσταση των πληγέντων απο τον εμφύλιο πόλεμο, 1946-49). Οι πρώτοι κάτοικοί του ήρθαν απο τα χωριά της Βαλμάδας και της Λαγκάδας, πού είχαν πληγεί απο τον εμφύλιο, και είχαν καεί απο τους Ιταλούς, καθώς και απο τους δυο μικρότερους συνοικισμούς της Συκούλας, Μαρλέσι και Καστριώτισα. Βέβαια υπήρχαν και λίγοι γηγενείς κάτοικοι στο Μενίδι, πρίν τον πόλεμο. ΄Οπως οι Οικογένειες Θεοδώρου και κάποιες άλλες. Δίπλα, ακριβώς πάνω απο το Ράμα, είναι η περιοχή του Κομποτίου "Βαρκούλια". ΄Οπου οι Κομποταίοι ειχαν τα βοοειδή τους προπολεμικά. Επειδή κάποιες εποχές τον χρόνο τα Βαρκούλια γίνονταν βάλτος, τα μετέφεραν και τα φύλαγαν στο Μενίδι. (μεγενθύντε την φωτό). Ιστορία Δεύτερη.
Η ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΤΟΥ ΚΟΜΠΟΤΙΟΥ το 1937.
Σωτήριο έτος 1934. Το Κομπότι είχε
περίπου 10 παπάδες. Δεσποτάτο το αποκαλούσαν, επειδή τόσους παπάδες δεν είχε υπό
την δικαιοδοσία του ούτε ο Δεσπότης !!!. Φυσικά δεν υπηρετούσαν όλοι στο Κομπότι. Ιερουργούσαν και στα γύρω χωριά.
Βασικός ιερέας στο χωριό ήταν ο παπά Γιάννης Λάζος, πατέρας 8 παιδιών.
Μετά τον παπά Γιάννη και μαζί με τον παπά Γιάννη, στην ιεραρχία ήταν ο παπά Βασίλης Λινάρης,
πρώην ψαράς, που όπως λέγονταν έγινε παπάς για
να ξεφύγει από την φτώχεια. Καντηλανάφτης ήταν ο Κώτσος Κολιούλης, που έμενε στην πάνω χώρα, κοντά στα Λιαπατέικα.
Πείνα καταραμένη και οι τσακωμοί
των παπάδων για την μοιρασιά των πρόσφορων παροιμιώδης.
Υπήρχε και ο Μήτσιο Σιώκης που είχε έρθει από κάποιο χωριό του Βάλτου (Χαλκιόπουλο;) κι εργάζονταν ως Βουκόλος του χωριού (βόσκαγε
τα βοοειδή, όταν οι χωριανοί δούλευαν στα χωράφια) και εξελίχτηκε σταδιακά σε Επίτροπο
της εκκλησίας. (υπήρχε και Μήτσος Σιώκος, γηγενής, που έμενε εκεί που είναι σήμερα ο φούρνος του Βάνα).
Τότε οι Επίτροποι της εκκλησίας εκλέγονταν,
όπως γίνεται στις εκλογές. Έβαζε υποψηφιότητα όποιος ήθελε. Και ο Μήτσιο Σιώκης
άλλαζε τις κάλπες – με την συνεργασία του παπά Βασίλη Λινάρη και
του Δεσπότη Άρτας, Γκινάκα. (ο παπά Βασίλης είχε αγοράσει το πέτρινο σπίτι στο Γεφύρι του Γηπέδου). Έτσι ο Σιώκης εκλέγονταν μόνιμα
Επίτροπος, ελέγχοντας φυσικά το παγκάρι.
Οι Κομποταίοι, δοκίμασαν να τον απομακρύνουν, αλλά δυστυχώς η κάλπη έβγαζε μόνο αυτόν! Έστειλαν τότε μια επιστολή διαμαρτυρίας στο Υπουργείο παιδείας
και Θρησκευμάτων το 1937, διαμαρτυρόμενοι
για την κατάσταση στην εκκλησία, στην οποία κατηγορούσαν και τον Μητροπολίτη Γκινάκα, ότι ευλογούσε
αυτές τις λαθροχειρίες… Κήρυξαν δε ανεξαρτησία
την εκκλησία του Κομποτίου, αποσχιζόμενοι
από την Μητρόπολη Άρτας και την Εκκλησία της Ελλάδος.
Το ΥΠΕΠΘ έστειλε τότε άμεσα τον Γ. Γραμματέα του Υπουργείου στο Κομπότι και στη Άρτα. Σύμφωνα με την μαρτυρία του Γούλα Κάκου, που ήταν
τότε γραμματέας στην Μητρόπολη και αργότερα μεγαλοδικηγόρος στην Αθήνα, ο Γ.Γ. του Υπουργείου έπιασε από τα γένια τον αρτινό (στην καταγωγή) Δεσπότη και τον απείλησε ότι θα τον χώσει
φυλακή. Έγινε ΕΔΕ και αποκαλύφτηκε ότι η λαθροχειρία και η κλεψιά ήτανμακρόχρονη κι είχε εκτεταμένο εύρος. Συνέπεια ήταν να αλλάξει ο νόμος του Υπουργείου,
για όλη την Ελλάδα εννοείται και να μην βάζει
υποψηφιότητα για Επίτροπος ο καθένας για τον εαυτό του, αλλά να προτείνονται και να διορίζονται με την σύμφωνη
γνώμη του ιερέα, και των αρχών
της κοινότητας. Έτσι ήρθε το τέλος του Μήτσιου Σιώκη. Ήταν τέτοια η ατασθαλία
που προκάλεσε στα ταμεία της εκκλησίας, που λέγεται πως όταν πέθανε, πήγεένα μαύρο κοράκι κι έκατσε στον τάφο του.
*********
Ιστορία τρίτη
ΤΟ ΓΙΟΥΣΟΥΦΑΚΙ
TO 1830, ορίστηκαν τα σύνορα του πρώτου νεοελληνικού
κράτους, ακριβώς στον Μαρλεσιώτικο ποταμό, ή αλλιώς Άνινο. Στην Συκούλα δηλαδή.
Το Κομπότι και ο νομός Άρτας παρέμεναν
στην Τουρκία. Κατά μήκος των συνόρων τότε, οι Τούρκοι έκτισαν τις περίφημες
Κούλιες. Μια στο Δημαριό, μια στο Πλατύ, μια στις Γιανιτσάρισες, μια στον ΄Αγριλο (κοντα στην Κοπρενα) καθώς και φυλάκιο και τελωνείο
στην γέφυρα του «Ανίν».
Το Κομπότι είχε τουρκική φρουρά (στρατόπεδο) και το σαράι του Τούρκου Αγά που διοικούσε τον τουρκικό συνοριακό στρατό.
Κι ο Τούρκος Αγάς
είχε, κατά την παράδοση των Οθωμανών αξιωματούχων κι ένα γιουσουφάκι (αγόρι), ντυμένο
μέσα στο χρυσάφι.
Το χρυσάφι που φόραγε πάνω
του το γιουσουφάκι τράβηξε την προσοχή κάποιων φτωχών και κακόβουλων χωριανών.
Ώσπου μια μέρα, γύρω στο 1840,
τρεις κομποταίοι το παγίδευσαν, το σκότωσαν, του πήραν τα χρυσά στολίδια και μετά το έριξαν μέσα σε ένα πηγάδι για να
το εξαφανίσουν.
Κάποιες μέρες μετά οι Τούρκοι βρήκαν
το πτώμα. Κι άρχισαν τις ανακρίσεις φτάνοντας στους τρεις υπευθύνους. Πήγαν
στον πρώτο μέσα στα μεσάνυχτα (το όνομα του μου διαφεύγει αυτή τη στιγμή), τον έπιασαν
και τον έκοψαν κομμάτια με τα γιαταγάνια, μπροστά στην οικογένειά του. Κατόπιν,
πήγαν καρφί στο σπίτι του δευτέρου, πάλι
μέσα στα μεσάνυχτα. Δεύτερος ήταν ο παππούς της Κατερίνης Πετσιμέρη (έμενε στον
καπετάνιο) αργότερα σύζυγος του Γιάννη Στεργίου (που έμενε στο Μαυρονέρι και ήταν
γιός του παπά Θόδωρου Στεργίου, που ήταν ιερέας στον Αη Γιώργη στις αρχές του 20ου
αιώνα. Δεν ανιχνεύσαμε άλλους συγγενείς κι αναφέρουμε μόνο τους ανωτέρω). Τον έπιασαν και τον Πετσιμέρη στον ύπνο, και μόλις πέρασε το κατώφλι τον έκοψαν κομμάτια με τα
γιαταγάνια.
Αμέσως κατηφόρισαν προς το Μαυρονέρι
για τον τρίτο, τον παππού του Γληγόρη Βαρέλη. Τον φώναξαν ξύπνησε η Γληγόραινα και ρώτησε τι θέλουν. Κατέβηκε άνοιξε και είπε στους Τούρκους να περάσουν
στο κατώι. Οι Τούρκοι μπήκαν ενώ ταυτόχρονα κατέβαινε από το πάνω όροφο κι ο
Γληγόρης. Η Γληγόρενα ήξερε για το γιουσουφάκι. Και κατάλαβε αμέσως ότι κάτι
δεν πάει καλά. Μόλις εμφανίστηκε ο Γληγόρης, πριν προλάβουν οι Τούρκοι να του
πουν κάτι, πετάγεται η Γληγόραινα και φωνάζει.
Γλήγορα Γληγόρη! Γλήγορα! Λύθηκε τ΄ άλογο και κλωτσάει, θα τς σκοτώσει τς γίδες. Τράβα
γλήγορα να το δέσεις κι έλα μετά π΄ σε θέλουν οι άνθρώποι εδώ.Ο στάβλος ήταν
στο κατώι, στο άλλο μισό του κατωγιού, ακριβώς
μια πόρτα δίπλα. Εντάξει, έρχομαι αμέσως , λέει
ο Γληγόρης στους Τούρκους. Μπαίνει στο
σταύλο, καβαλάει τ΄ άλογο κι ώσπου να καταλάβουν οι Τούρκοι τι είχε γίνει, έφυγε
από την άλλη πόρτα για το ελληνικό και τον
Καρβασαρά, που ήταν ο ελληνικός στρατός. Δεν ξαναγύρισε στο Κομπότι. ******** Βαρελαίοι υπάρχουν
σήμερα στα χωριά γύρω από την Αμφιλοχία και στο Ξηρόμερο. Άγνωστη φυσικά η σχέση τους με τον συγκεκριμένο. Ωστόσο, πάρα πολλοί Κομποταίοι έφευγαν από το Κομπότι την εποχή εκείνη και πήγαιναν στην Ελλάδα, στον Καρβασαρά, που δεν ήταν ακόμα συγκροτημένο χωριό, είχε όμως ασφάλεια, ελληνικό στρατό και τελωνείο. *********************
ιστορία τρίτη
ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΛΟΓΟΥΣ ΤΙΜΗΣ και όχι μόνο
Α) Το 1910 η Δήμητρα Κάκκου παντρεύτηκε τον Ευάγγελο Μπουραντά. (έμενε στην Λεύκα στην ανηφόρα). Ο οποίος την ίδια κιόλας χρονιά, έχασε την ζωή του σε καρτέρι.
Η ιστορία έχει ως εξής:
Ανάσταση 1910. Στην Ανάσταση υπήρχε το έθιμο αμέσως
με την αναφώνηση του «ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ» από τον ιερέα, τα παιδιά (που στέκονταν
παράμερα κι όχι μέσα στον κόσμο) να πετάνε ψηλά τις λαμπάδες (όπως τα βεγγαλικά
σήμερα). Μια από τις λαμπάδες όμως έπεσε στην πλάτη της Δήμητρας Κάκκου και ο σύζυγος
της Βαγγέλης Μπουραντάς θεώρησε ότι το έκανε
επίτηδες ένας νεαρός 15 χρονών, Βλαχοπάνος στο επίθετο (το μικρό του όνομα άγνωστο. Είχε δυο αδέρφια. Τον Γιάννη (πατέρα του Λεφτέρη κι έναν άλλον, τον Θόδωρο, "Λώλο", αστυνομικό που ζούσε στην Θεσσαλονίκη). Τότε
ο Β.Μπουραντάς έπιασε το παιδί και το έδειρε άσχημα στον περίβολο της εκκλησίας του Αη Γιώργη κατά
την διάρκεια της Ανάστασης.
Το επεισόδιο όμως δεν είχε λήξει εκεί. Ο μικρός Βλαχοπάνος του την είχε
φυλαγμένη του Μπουραντά για την προσβολή
του ξυλοδαρμού. Και το ίδιο καλοκαίρι καθώς ο
Μπουραντάς ήταν στα χωράφια, του την φύλαγε και τον πυροβόλησε. Τον σκότωσε. Ο μικρός Βλαχοπάνος
κατάφερε να φύγει άμεσα για την Αμερική
με την βοήθεια κάποιου ναύτη απο το χωριό Συκιές και έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη του. Επικοινώνησε με
τον ένα αδερφό του (εκείνον που έμενε Θεσσαλονίκη, ήταν ασυνομικός και ονομάζονταν Θόδωρος με υποκορισικό το "Λώλος") μόνο μια φορά, μετά τον πόλεμο, λίγο πριν πεθάνει. Είπε ότι είχε τρία παιδιά και έμενε στην στην Αμερική. Έκτοτε, δεν μαθεύτηκε ποτέ νέο τους.
********* (Υπάρχει οικογένεια Βλαχοπάνου στον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας, που ισχυρίζεται ότι κατάγεται από το Κομπότι. Ενας νεαρός, την μαρτυρία του οποίου έχω το 2019 όπως και κάποιοι άλλοι Κομποταίοι που τον συνάντησαν, όπως ο Στάθης Γιαννούλης του Τάκη, ισχυρίζεται ότι ο προπάππος του έφυγε από το Κομπότι στις αρχές του 20ου αιώνα κι εγκαταστάθηκε στον Αστακό. Ο εν λόγω νεαρός Βλαχοπάνος δεν γνώριζε τον λόγο που μετοίκησε ο προπάππος του ή κάτι περισσότερο από αυτό!).
*********
Η Δήμητρα Κάκκου ως χήρα ξαναπαντρεύτηκε τον Στράτο Σιλιώνη, παππού
του φαρμακοποιού Στράτου Σιλιώνη, απο την γειτονική Περάνθη (Μπάνη).
Ο γιός της από τον Βαγγέλη
Μπουραντά, βαφτίστηκε κι αυτός Βαγγέλης και έζησε στην Αθήνα ως αξιωματικός της αστυνομίας,
σε στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ιταλών κατά
την κατοχή, διότι ήταν αντιστασιακός και στις Συκιές όπου πήγε ως εσώγαμβρος μετά την συνταξή του.
********
Β) Την πρωτοχρονιά (1/1/1924) ή το 1926 κατά άλλη πηγή, έγιναν τρεις (τέσσερις κατ΄άλλους) φόνοι στο Κομπότι.
Η ιστορία έχει ως εξής:
Ο Νίκος και ο αδερφός του Γιώργος Χαβέλας σκότωσαν πυροβολώντας τον Ηλία Καρανίκα και τον Σπύρο Κολιούλη (Τσιότσιο), στο πηγάδι της εκκλησίας (εκεί που βρίσκεται σήμερα
το νηπιαγωγείο).
Ο Ηλίας Καρανίκας είχε το βακούφικο καφενείο της πλατείας (το κάτω που κοιτάει προς το ποτάμι), όπου σύχναζαν οι Χαβελαίοι. Εκεί μέσα λοιπόν διαδραματίστηκαν τα αρχικά γεγονότα, που κατέληξαν στον φόνο τα μεσάνυχτα, όταν
ο Καρανίκας έκλεισε το μαγαζί και πήγαινε για το σπίτι του.
Ως αιτίες αναφέρονται δυο. Η πρώτη ήταν ότι, ο Καρανίκας με τον Τσιότσιo πείραζαν τις κόρες του Γιώργου Χαβέλα (Μαγδαληνή και Χριστίνα). Τους έγιναν παρατηρήσεις, καθότι και οι δύο ήταν παντρεμένοι, αλλά παρά τις παρατηρήσεις των Χαβελαίων δεν κάθονταν φρόνιμα. Η δεύτερη αιτία που αναφέρεται (αλλά όχι πιθανή) ήταν ότι, ο
Καρανίκας τους εξευτέλιζε και τους χτυπούσε
στο καφενείο όπου έπιναν συχνά και μεθούσαν. Κι όταν μεθούσαν τους χτυπούσε κιόλας.
Την 1/1/ του 1924 λοιπόν, τους την έστησαν και τους πυροβόλησαν στο πηγάδι της εκκλησίας (βρίσκονταν στο σημερινό νηπιαγωγείο). Είχε γίνει μάχη. Προς την πλευρά των Χαβελαίικων (φούρνος Βάνα), είχαν ταμπουρωθεί οι Χαβελαίοι. Προς την Εκκλησία ο Καρανίκας και ο Σπύρος Κολιούλης. Κι άρχισε το πιστολίδι. Εκείνη την ώρα έρχονταν από κάτω, από το Μαυρονέρι, ο Κώστας Χαβέλας (πατέρας της Λόλας Σιώκου, ζούσε στήν Αμερική κι είχε επιστρέψει για να πολεμήσει στους Βαλκανικούς και στην Μικρά Ασία, στο δε Κομπότι το σπίτι του ήταν εκεί που μένει σήμερα η Φρόσω Χαβέλα, στην Αγριλιά) και πήρε κι αυτός μέρος στο πιστολίδι. Ανέβηκε στην κυκλική σκάλα της εκκλησίας και από εκεί σκότωσε τον Σπύρο Τσιότσιο. Και κατόπιν ο Νίκος Χαβέλας σκότωσε τον Καρανίκα. ****** Συγγενείς και γείτονες οι Καρανίκαίοι και οι Κολιουλαίοι (τότε έμεναν και οι δύο στα
Βρακοτσολαίκα, τα σπίτια τους δε ήταν δίπλα δίπλα). Τότε ο πατέρας του Σπύρου, ο Στάθης Κολιούλης, πήγε στην
αστυνομία και διαμαρτυρήθηκε έντονα στον Ενωμοτάρχη, που δεν έκανε κάτι να προλάβει το φονικό. Τον έβρισε και λέγεται ότι τον χαστούκισε κιόλας. Ο ενωμοτάρχης αντέδρασε άμεσα, έβγαλε
το περίστροφο του και πυροβόλησε τον Στάθη Κολιούλη εν ψυχρώ και τον σκότωσε. (Εδώ λέγεται, μαρτυρία του Λάμπρου Βάρδια, 90 ετών το 2020, πως ο Κολιούλης πυροβόλησε και σκότωσε ένα χωροφύλακα. Και δεν χαστούκισε απλά τον ενωμοτάρχη. Το σημείο αυτό δεν είναι ξεκάθαρο. ΄Ολες οι άλλες μαρτυρίες πάντως, αναφέρουν μόνο χαστούκι).
Για τους φόνους συνελήφθη και πήγε φυλακή μόνο ο Νίκος Χαβέλας. Διότι είχε φάκελο από προηγούμενη δολοφονία. Συγκεκριμένα, δέκα-δεκαπέντε χρόνια πριν από αυτό το φονικό, είχε σκοτώσει τον Χρήστο Παπαρίζο, επειδή είχαν μπεί τα πρόβατά του στο χωράφι του. ΄Εγινε διαπληκτισμός και κατέληξε σε φόνο.
********** Γ) Ο τρίτος φόνος του περασμένου αιώνα, έγινε το 1958 στον Καπετάνιο, πολύ κοντά στο μνημείο του Καραΐσκάκη, πάλι για λόγους τιμής. Ο Αποστόλης
Μπαλταγιάννης (αδερφός του Παντελή, ανάπηρος πολέμου της Αλβανίας) σκότωσε στον
Καπετάνιο, έξω από το καφενείο του Χαρίλου Βανάκα, τον Στάθη Λάζο (θείο του Θοδωράκη του ανάπηρου, που τον λέγαμε και "Μανάκια", αδερφού
του Βαγγέλη που έμενε στην Άρτα (πέθανε
το 2019) και του Πάνου, που ζει ακόμη (στην ανηφόρα προς το νεκροταφείο, απέναντι
από του Μανάκια, στα Λιαπατέικα).
Ο Στάθης
Λάζος ήταν νέος, «μάγκας», αψύς και φίλερις άνθρωπος, φόραγε ακόμα και το σακάκι
του στο ένα χέρι, όπως έκαναν οι μάγκες των Αθηνών την εποχή του Μεσοπολέμου κι έβγαινε στα καφενεία και παινεύονταν ότι είχε σχέση με την γυναίκα
του Αποστόλη (Παναγιώτα). Παραλλήλως, εξευτέλιζε
και τον ίδιο τον Αποστόλη, όταν βρισκόταν στο ίδιο καφενείο, βρίζοντάς τον κι προκαλώντας τον ανοικτά.
Έτσι μια βραδιά, ο Αποστόλης τον πυροβόλησε
έξω από το καφενείο του Βανάκα και τον σκότωσε. Στην συνέχεια ο Αποστόλης εξέτισε την ποινή του και όταν βγήκε από την φυλακή, μετακόμισε
με την οικογένεια του στην πόλη της Άρτας, όπως λέγονταν, αλλά στην ουσία έμενε στον κάμπο, κάτω από την Συκούλα, σε ένα μικρό σπίτι.
******
Πλημελήματα που έμειναν.
Από το Κομπότι πολέμησαν στον πόλεμο της Κορέας οι Αποστόλης Σιώκος και ο Σπύρος Βανάκας. Ο Αποστόλης Σιώκος είναι γνωστός ως ο μακροβιότερος γραμματέας της Κοινότητας. Πριν τον Σιώκο γραμματέας ήταν ο Μιχάλης Τσουπράς. ΄Ηταν ο δεύτερος στην σειρά μεταπολεμικός γραμματέας, μετα τον Χρήστο Μπουτέτσιο (Γαρδαβίτσα). Μετά απο καταγγελία του Σπύρου Χαβέλα (Καραμέτα), ο Τσιουπράς καταδικάστηκε για κατάχρηση. Διότι καταχράστηκε λεφτά απο το κοινοτικό ταμείο κι έπαιρνε «μίζες» απο τα έργα. Ο νόμος απαγόρευε σε κάποιον που έχει ποινικό μητρώο να κατέχει δημόσια θέση. ΄Ετσι εξέπεσε της θέσης και μπήκε γραμματέας ο Απ. Σιώκος, απόφοιτος Γυμνασίου. Είχε και ο Απ. Σιώκος όμως ποινικό μητρώο. Διότι λίγο πριν αναχωρήσει για την Κορέα, «συνέστησε συμμορία», σύμφωνα με το δικαστήριο, που τον καταδίκασε, αποτελούμενη απο τον Λάμπρο Καγιά και τον Λάζο Τσιοχαντάρη κι επιτέθηκε, σε έναν Φλωριαδίτη κοντά στο Πλατύ, ο οποίος κατέβαινε στο Κομπότι για ψώνια, για να πάρουν τα λεφτά του. ΄Ομως μετά την Κορέα, η κυβέρνηση αντάμειψε τους πολεμιστές με χρηματική αποζημίωση και δημόσιες θέσεις κι έτσι παραβλέφτηκε το ποινικό του μητρώο. Ο Σπύρος Βανάκας (Ζιάκας) δεν διορίστηκε πουθενά διότι ήταν αγράμματος. Αλλά και ο ίδιος δεν το κυνήγησε το θέμα, διότι δικαιούνταν θέση στο Δημόσιο, έστω ως φύλακας, που δεν χρειάζονταν κάποιο απολυτήριο!
***********
Ιστορία 4η .
ΕΝΑΣ ΒΡΥΚΟΛΑΚΑΣ στο ΧΩΡΙΟ
Το 2001 πέθανε στο χωριό ο
Τριαντάφυλλος Γαρουφαλής, γνωστός σε όλους μας ως "Τελώνης". Εμενε δυτικά της εκκλησιάς του Αϊ Γιώργη απέναντι από το σπίτι
του Δαμιανού Βαρέλη...
Το 2019, πέθανε η σύζυγος του Αγλαΐα και ο Θύμιος Νταλαπέρας πήγε να σκάψει το μνήμα. Εις
μάτην όμως. Ο τάφος ήταν γεμάτος με πέτρες, κοτρόνια από το ποτάμι και ξύλα.
Τι είχε συμβεί;
Ο «Τελώνης» έπασχε από επιληψία. Σεληνιάζονταν δηλαδή και
ο σεληνιασμός τα χρόνια τα παλιότερα ήταν στα μυαλά των χωρικών κάτι σαν
δαιμονική επήρεια. Έβλεπαν τον σεληνιασμό και φοβόντουσαν. Κάποιο απόγευμα, κάποια
γριά που πήγε στο νεκροταφείο, είπε πως είδε το φάντασμα του Τελώνη, να περιφέρεται
πάνω από το μνήμα του. Έτσι, την άλλη μέρα,
μαζεύτηκαν οι γριές, έβρασαν λάδι και καυτό
νερό, άνοιξαν τον τάφο του Τελώνη και τα έριξαν μέσα. Παράλληλα έριξαν και πέτρες
από το ποτάμι, ώστε να μην μπορέσει να ξανασηκωθεί ο νεκρός που «βρυκολάκιασε»!
Ιστορία 5η
ΟΙ ΧΑΒΕΛΑΙΟΙ ΚΑΙ
ΟΙ ΜΠΟΥΡΑΝΤΑΙΟΙ
Εναι
γνωστό ότι οι Μπουρανταίοι και οι Χαβελαίοι είναι τα μεγαλύτερα και παλιότερα
σόγια στο Κομπότι. Έχουν και οι δυο τουρκικά επίθετα, που σημαίνουν (κατά
πάσα πιθανότητα), το μεν Μπουραντάς «παλικαράς» ή και «ντόπιος», το δε Χαβέλας
«αεριτζής» ή «παπατζής», που θα λέγαμε σήμερα.
Όπωςσυμβαίνει στην ιστορία, οι μεταναστεύσεις, μετακινήσεις πληθυσμών-οικογενειών,
από ένα χωριό προς άλλο, για διαφόρους λόγους (οικονομικούς, θρησκευτικούς,
επαγγελματικούς, ποινικούς…) είναι συχνές.
Παρακάτω
θα δούμε λοιπόν μια μικρή ιστορίααπό
κάποιο τέτοιο γεγονός.
*******
Χαβέλαςκάποιος
λοιπόν, ζούσε στα χρόνια του Αλή Πασά, πριν
την επανάσταση του 1821 στο Κομπότι. Είχε μια νέα και πανέμορφη
γυναίκα, με την οποία είχε αποκτήσει 13 παιδιά. Όπως γνωρίζουμε, το Κομπότι ο
Αλής το είχε παραχωρήσει ως τσιφλίκι στον γιο του Μουχτάρ. Έτσι
ο Μουχτάρ περνούσε αρκετό από τον καιρό του στο σαράι του στο Κομπότι.
Όταν
είδε την όμορφη γυναίκα του Χαβέλα,
φούντωσε ο πόθος του.
Ήθελε
διακαώς να την συναντήσει και επέμενε σφόδρα.
Η γυναίκα φοβήθηκε, αποκάλυψε στον άντρα της το θέμα κι ο Χαβέλας
κάποια βραδιά επιτέθηκε στον Μουχτάρ κατάφερε όμως να σκοτώσει μόνο κάποιον από την συνοδεία του.
Έτσι, την άλλη μέρα μετακόμισεεσπευσμέναλόγγο-λόγγο
και ραχούλα–ραχούλα, στο ορεινό χωρίο Σιτομένα Αγρινίου, στα
σύνοραμε
το Καρπενήσι.
********
Στα 1965, το Λεωφορείο Γιάννινα–Αγρίνιο κατέβασε κάτω στονΚατσαπλιά
ένα γερασμένο κύριο πού έρχονταν από το Αγρίνιο. Μπήκε στο καφενείο και
συστήθηκε, ωςΛεωνίδας Χαβέλας. Κατά
σύμπτωση, Χαβέλας ήταν και ο "Κατσαπλιάς", αλλά στο καφενείο βρίσκονταν και ο Αγροφύλακας της περιοχής, Σπύρος Χαβέλας. Γνωρίστηκαν
και εκείνος τους ανέφερε την παραπάνω ιστορία.
Επισκέφτηκε κατόπιν, με τον Αγροφύλακα, γεμάτος συγκίνηση το χωριό, μίλησε με πολλούς
χωριανούς στην πλατεία, περιηγήθηκε στα χαβελέικα.... και το βράδυ ξαναέφυγε για το
Αγρίνιο!
*******
Σημειούται ότι
στο Αγρίνιο και σε όλη την Αιτ/νία, υπάρχουν πολλοί Χαβελαίοι,
προερχόμενοι από το Κομπότι.
Οι Κομποταίοι ίδρυσαν -ήταν οι πρώτοι κάτοικοι-την Αμφιλοχία το 1838. Εποίκησαν δε όλες τις πόλεις της Αιτωλοακαρνανίας, από το 1830 ως το 1881, όταν δηλαδή η Αιτ/νια ήταν Ελληνική και η Ήπειρος ακόμη τουρκική.
Το Κομπότι ήταν ο πρώτος συνοριακός συνοικισμός προς την πλευρά, της Τουρκίας. Ήταν έδρα τουρκικού στρατού, με φυλάκια (κούλιες, σαν τον λευκό πύργο, που σώζονται) και μεγάλη καταπίεση στον χριστιανικό πληθυσμό. Γεγονός που ώθησε μεγάλο μέρος του πληθυσμού του Κομποτίου, να μετοικήσει προς την ασφαλή περιοχή του Καρβασαρά και να ιδρύσει στην ουσία την σύγχρονη πόλη της Αμφιλοχίας…. Πολλές ιστορίες στο Κομπότι για φυγή Κομποταίων προς το «ελληνικό» και τον Καρβασαρά, είναι ακόμα ζωντανές. Πολλά επίθετα, τα παλιότερα του Καρβασαρά, προέρχονται από το Κομπότι. Όπως: Γιαννούλης, Τατσιόπουλος, Σωτηρίου, Βαρέλης, Σιώκος, Μαλιγιάννης, Σακκάς, Τζουβάνος, Βάρδιας…. Γενικά η συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων, τουλάχιστον μέχρι την δεκαετία του 1950, κατάγονταν από την Ήπειρο. Από το Κομπότι, την περιοχή του Σουλίου και τα πέριξ χωριά (οι παλιότεροι), την Πράμαντα και τα άλλα χωριά των Τζουμέρκων οι νεότεροι. Μετά τον πόλεμο άρχισε να κατοικεί εκεί μαζικότερα και πληθυσμός από την επαρχία Βάλτου.
Επίσης. Ολόκληρη η Αιτωλία και η Ακαρνανία, εποικίστηκε από Αρτινούς και Σουλιώτες στρατιώτες και οικογένειες αυτών. Βόνιτσα, Αγρίνιο, Μεσολόγγι, Ναύπακτος και χωριά, κατά και μετά την Επανάσταση. "Η Αρτα στην Επανάσταση του 1821" Του Γ. Καρατζένη (υπάρχει διαδικτυακά το βιβλίο, με πλήρη κατάλογο και ονοματεπώνυμα Ηπειρωτών αξιωματικών και στρατιωτών).
Με απόφαση της Ε' Εθνοσυνέλευσης πέτυχαν να τους δοθούν γαίες από τα εθνικά οικόπεδα στην Ναύπακτο και στο Βραχώρι (Αγρίνιο). Τότε παραχωρήθηκαν, επίσημα πλέον, 1.600 πήχεις Βραχωρίτικης γης σε κάθε μία από τις 157 οικογένειες Σουλιωτών και τις 53 οικογένειες Κομποταίων και Καλλαρυτηνών. Η εκτέλεση όμως των αποφάσεων του Βουλευτικού κωλυσιεργούσε, οι τίτλοι κυριότητας δεν είχαν δοθεί και τα σχέδια πόλεων που πρότεινε τότε η Βαυαροκρατία δυσχέραιναν τις οριοθετήσεις. Τελικά, στα 1834 βρίσκονται εγκατεστημένες στο Αγρίνιο που επαυξάνονται τα επόμενα χρόνια. Η συλλογική μνήμη διασώζει ότι οι εκτάσεις Βόρεια της Παναγίας και του πάρκου ήταν Σουλιώτικες γαίες.
Οι Σουλιώτες μαζί με τους Καλαρρυτηνούς και τους Κομποταίους δημιούργησαν τον Σουλιώτικο/Ηπειρώτικο μαχαλά που εκτείνοταν από την περιοχή Βόρεια του πάρκου ωςτον Άγιο Δημήτριο, ξωκκλήσι ως τότε, τον οποίο οι Σουλιώτες ανέδειξαν σε ενοριακό και κοιμητηριακό ναό. Δίπλα υπήρχε το νεκροταφείο των Ηπειρωτών που διατηρήθηκε εκεί μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Η διεύρυνση του Σουλιώτικου μαχαλά με την εγκατάσταση όλο και περισσότερων Ηπειρωτών στο Αγρίνιο, όπου διέφευγαν μαζικά από την τουρκοκρατούμενη τότε Ήπειρο, απαιτούσε τη δημιουργία μιας δεύτερης ενορίας. Έτσι, ιδρύθηκε η Ζωοδόχος Πηγή (Παναγία), γεγονός που έγινε αφορμή ρήξεως με τους Βραχωρίτες.
***************
ΒΙΒΛΙΟ: ΑΛΛΑΓΗ -ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟYΣ. Του Στέφανου Σωτηρίου.
Κυκλοφορείται: ΔΟΚΙΜΙΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Η νεοελληνική ιστορία, στην πιο αληθινή και πραγματική της έκφανση. Τιμή 14 €. Αποστέλεται και με κούριερ σε όλη την Ελλάδα και στον κόσμο και σε όλα βιβλιοπωλεία. Παραγγελίες στις εκδόσεις "ΝΟώΝ". 6974164834